Άναβε το κερί και φώτιζε
και ήταν η φλόγα του γλυκιά
ειρηνική, ζεστή σαν ήλιος.
Με αγάπη την καρδιά διαπότιζε
και έδιωχνε θάμπος και σκιά
απ’ τον χιτώνα της ψυχής
σαν η ελπίδα ανάβλυζε
απ’ των εικόνων τη ματιά
Άναβε το κερί και δάκρυζε
φιλόστοργα, πονετικά
μετέχοντας στο δάκρυ της ψυχής
που στην πυρά της προσευχής
κυλά αργά, ευλαβικά
μύρο μετάνοιας και χαράς
στης ικεσίας τον βωμό,
δροσοσταλίδα της καρδιάς
μέσα απ’ τον πόνο τον στεγνό,
σαν αναβάπτισμα ζωής
που ταπεινά αποζητά
της λύτρωσης τον ιλασμό,
στη δύναμη της προσευχής
προς της θυσίας τον Αμνό.
Άναβε το κερί και έλειωνε
και έβλεπε προσεκτικά
πως η ψυχή αποζητά
να ζήση πάντα σιωπηλά
βαθειά την μυστική χαρά
με αγάπη και υπομονή
ευγνωμονώντας ταπεινά
για κάθε ακόμη δωρεά,
όσον η φλόγα θα κρατά
μες το λυχνάρι της ζωής,
που κάποια ώρα ειρηνικά
ανώδυνα και σιωπηλά
ευλαβικά θα σβήση.
Δρ Σταύρος Ι. Μπαλογιάννης
Ομότιμος Κσθηγητης Νευρολογίας
Ιατρική Σχολή ΑΠΘ
Από την συλλογή “Λίγες λέξεις προ της σιωπής”
Εκδόσεις ΜΑΤΙ